-
1 отличие
отличие с 1) η διάκριση 2) (различие) η διαφορά· в \отличие от... σε διάκριση από..., αντίθετα από... ◇ знаки \отличиея τα διακριτικά σήματα* * *с1) η διάκριση2) ( различие) η διαφοράв отли́чие от… — σε διάκριση από..., αντίθετα από…
••зна́ки отли́чия — τα διακριτικά σήματα
-
2 опознавательный
опознавательныйприл:\опознавательный знак τό διακριτικό σήμα, τό διακριτικό σημείο· \опознавательныйые знаки на кры́льях самолета τά διακριτικά σήματα τοϋ ἀεροσκάφους.
См. также в других словарях:
παράσημο — Διακριτικό σήμα, που απονέμεται από το κράτος ως ηθική ανταμοιβή για ιδιαίτερες υπηρεσίες προς το έθνος, την κοινωνία, τις επιστήμες, τα γράμματα κλπ. Η προέλευσή του συνδέεται με τα θρησκευτικά τάγματα και τα τάγματα των ιπποτών που… … Dictionary of Greek
αεροδρόμιο ή αερολιμένας — Συγκρότημα κτιρίων και υπηρεσιών που σχετίζονται με την αναχώρηση, άφιξη και συντήρηση αεροπλάνων καθώς και με την εκτέλεση όλων των λειτουργιών που συνδέονται με την εναέρια διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων. Στα τελευταία χρόνια, με την… … Dictionary of Greek